Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018


ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ..Η ΣΟΦΗ!


Οι κουκουβάγιες ή γλαύκες είναι μοναχικά, νυχτόβια, αρπακτικά πτηνά. Τρέφονται κυρίως με μικρά θηλαστικά, πουλιά,  έντομα και μικρά τρωκτικά, όπως ποντίκια, αρουραίους και λαγούς. Κάποιες είναι προσαρμοσμένες ώστε να κυνηγούν ψάρια. Τα περισσότερα είδη είναι νυχτόβια και κυνηγούν μόνο στο σκοτάδι. Κάποια είδη είναι αμυδρώς δραστήρια κατά την αυγή και το σούρουπο, ενώ υπάρχουν και λίγα είδη που κυνηγούν την ημέρα.

Ο αγώνας για την επιβίωση είναι σκληρός και το σώμα τους χαρακτηρίζεται από αξιοσημείωτες προσαρμογές στις ανάγκες ενός νυχτόβιου θηρευτή. Οι δεξιότητες και τα χαρακτηριστικά διαφέρουν ελαφρώς από είδος σε είδος.Τα περισσότερα χαρακτηριστικά όμως είναι κοινά ανάμεσα στα είδη.

Τα μάτια, δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με το κεφάλι τους, είναι τοποθετημένα μπροστά, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται στερεοσκοπική όραση, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο σε κάθε θηρευτή, ώστε να μπορεί να κάνει σωστή εκτίμηση αποστάσεων και ταχυτήτων.

Αντί να κινούνται τα μάτια τους, οι κουκουβάγιες περιστρέφουν το κεφάλι τους για να απεικονίσουν το περιβάλλον τους. Η περιστρεφόμενη ακτίνα του κεφαλιού τους είναι περίπου 270 °, κάτι που τους δίνει τη δυνατότητα να δουν πίσω τους, χωρίς να μετακινήσουν τον κορμό τους. Αυτή η ικανότητα ελαχιστοποιεί την σωματική κίνηση  και έτσι μειώνει την ποσότητα του ήχου που κάνει η κουκουβάγια, καθώς περιμένει για το θήραμα.

Τα όργανα της ακοής είναι τοποθετημένα ασύμμετρα στο κεφάλι του πτηνού και η διαμόρφωση του προσώπου είναι τέτοια, ώστε να κατευθύνει τα ακουστικά κύματα στους ακουστικούς πόρους. Η ασύμμετρη τοποθέτηση των αυτιών στο κρανίο επιτρέπει στην κουκουβάγια να εντοπίσει το θήραμά της. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα αυστηρώς νυχτόβια είδη, όπως η Τυτώ.

Πάρα πολλές γλαύκες έχουν στην κορυφή της κεφαλής χαρακτηριστικές τούφες, οι οποίες ονομάζονται αντία. Τα αντία αποτελούνται από φτερά και δεν έχουν καμία σχέση με την ακοή. Η λειτουργία τους δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί.

Έμφυτη είναι η ικανότητά τους να πετούν αθόρυβα, αλλά και πιο αργά σε σύγκριση με άλλα αρπακτικά πτηνά. Ο αθόρυβος τρόπος πτήσης τους δίνει σημαντικό πλεονέκτημα  σε σχέση με το θήραμα. Οι γλαύκες έχουν σε σχέση με το σωματικό τους βάρος δυσαναλόγως μεγάλη επιφάνεια πτερύγων. Σε συνδυασμό με το μαλακό και πυκνό πτέρωμα επιτυγχάνουν έτσι μια σχεδόν απολύτως αθόρυβη πτήση. Αυτά τα μοναδικά χαρακτηριστικά  μειώνουν τη συχνότητα θορύβου κάτω από 2 kHz, καθιστώντας το επίπεδο του ήχου που εκπέμπεται κάτω από το φάσμα ακρόασης της συνήθους λείας της κουκουβάγιας.

Οι ακουστικές και οπτικές δυνατότητες της κουκουβάγιας της επιτρέπουν να εντοπίσει και να ακολουθήσει τη λεία της. Το τελικό χτύπημα όμως έρχεται από τα νύχια και το ράμφος της.

Ο χρωματισμός του φτερώματος της κουκουβάγιας έχει καθοριστικό ρόλο στην ικανότητα της κουκουβάγιας να προσαρμόζεται στο φυσικό περιβάλλον και να γίνεται σχεδόν αόρατη. Συνήθως, το μόνο σημάδι που μαρτυρά την παρουσία της είναι φωνήσεις ή τα έντονα χρωματισμένα μάτια της.

ΠΗΓΗ-ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: aksioperierga.blogspot.com